Τριάντα εκατομμύρια Κονγκολέζοι είναι γραμμένοι στις λίστες για τη δεύτερη ελεύθερη εκλογική διοργάνωση της χώρας. Αύριο θα προσέλθουν στις κάλπες για να επιλέξουν τον πρόεδρο της χώρας και τους 500 βουλευτές της. Παρά τις δυσκολίες και τη μεγάλη διαφθορά, ο λαός της Λαϊκής Δημοκρατίας του Κονγκό (ΛΔΚ) ελπίζει σε καλύτερες μέρες.
Κι όμως, η προεκλογική περίοδος δεν ήταν άξια του ονόματός της: το δικαίωμα, στη διαδήλωση, όπως και άλλα δικαιώματα δεν έγινε ανεκτό από τον πρόεδρο Ζοζέφ Καμπιλά Καμπάνγκε. Στις 7 Νοεμβρίου, η κυβέρνηση απαγόρευσε ένα αντιπολιτευόμενο τηλεοπτικό κανάλι γιατί μετέδωσε την έκκληση του 79χρονου υποψήφιου προέδρου Ετιέν Τσισεκέντι, ιστορικού αντιπάλου του δικτάτορα Μομπούτου, να «σπάσουν την πόρτα της φυλακής» και να ελευθερώσουν τους διαδηλωτές του κόμματός του (Ενωση για τη Δημοκρατία και την Κοινωνική Πρόοδο).
Ωστόσο, ο Αλέξις Τάμπουε, ο υπουργός Εξωτερικών διαβεβαίωνε τον περασμένο Σεπτέμβριο στη Νέα Υόρκη ότι «θέλουμε να δείξουμε ότι είμαστε ικανοί να διοργανώσουμε εκλογές που θ’ αποτελέσουν μοντέλο για την ήπειρο». Το σύνθημα του προέδρου Καμπιλά «Για ελεύθερες, διαφανείς και ήρεμες» εκλογές παρέμεινε ευχολόγιο. Μόλις την περασμένη Τετάρτη τα ξημερώματα, ο νυν και υποψήφιος βουλευτής του Κόμματος για την Απελευθέρωση του Κονγκό (ΚΑΚ), Μάριους Γκανγκάλε, δολοφονήθηκε στη μέση του δρόμου.
Ο πρόεδρος Καμπιλά έχει το προβάδισμα. Το 2006 εκλέχτηκε στο δεύτερο γύρο με 58% των ψήφων ενάντια στον Ζαν-Πιέρ Μπέμπα (ΚΑΚ), ο οποίος είναι σήμερα ξανά ανάμεσα στους 12 υποψήφιους. Δεν είναι πολλοί αν αναλογιστεί κανείς ότι το 2006 ήταν τριάντα. Ας σημειώσουμε, όμως, ότι με τη βοήθεια των έντεκα κυβερνητών του κόμματός του (Κόμμα του Λαού για την Ανοικοδόμηση και τη Δημοκρατία) ο πρόεδρος περιόρισε τις εκλογές σε ένα μόνο γύρο. Αρκεί λοιπόν να έρθει πρώτος για να εκλεγεί, ενώ δεν δίνει καμία δυνατότητα στην αντιπολίτευση να συσπειρωθεί. Συνεχίζεται λοιπόν μια «παράδοση» που κρατάει γερά.
Στο τέλος του πρώτου πολέμου του Κονγκό (1996-1997), στο οποίο εμπλέκονται η Ρουάντα και το Μπουρούντι ενάντια στο Ζαΐρ του στρατάρχη Μομπούτου, ο στρατός της συμμαχίας των δημοκρατικών δυνάμεων του Κονγκό-Ζαΐρ θέτει τέλος στη δικτατορία 32 χρόνων και ο Λοράν Ντεζιρέ Καμπιλά αυτοανακηρύσσεται πρόεδρος της Λαϊκής Δημοκρατίας του Κονγκό. Ακολουθεί ο δεύτερος πόλεμος, στη διάρκεια του οποίου δολοφονείται ο Καμπιλά (16-1-2001) και αναλαμβάνει ο γιος του Ζοζέφ. Η ειρήνη εδραιώνεται το καλοκαίρι του 2002. Είναι το τέλος της μεγαλύτερης διακρατικής διένεξης στη σύγχρονη ιστορία της Αφρικής, η οποία έφερε αντιμέτωπες οκτώ χώρες (τη Ρουάντα, την Αγκόλα, τη Ναμίμπια, τη Ζιμπάμπουε, την Ουγκάντα, το Μπουρούντι, το Τσαντ και του Σουδάν) στο έδαφος της Λαϊκής Δημοκρατίας του Κονγκό, με αποτέλεσμα ανυπολόγιστα θύματα (οι εκτιμήσεις ξεκινούν από 200 χιλιάδες και φτάνουν τα πέντε εκατομμύρια). Στις 30 Ιουνίου του 2003 ο πρόεδρος Καμπιλά μαζί με τέσσερις αντιπροέδρους από διαφορετικές πολιτικές τάσεις σχηματίζουν μεταβατική κυβέρνηση για να διοργανώσουν -τρία χρόνια αργότερα και με τη βοήθεια της Monuc, της δύναμης του ΟΗΕ στην περιοχή- τις πρώτες δημοκρατικές εκλογές της χώρας. Στις 29 Οκτωβρίου ο Ζοζέφ Καμπιλά εκλέγεται πρόεδρος της χώρας.
Μακριά από τα πολιτικά παιχνίδια, ο λαός της χώρας δοκιμάζει μια εναλλακτική οδό συμμετοχής στα κοινά, μέσα από ενώσεις, συλλόγους της γειτονιάς, συνδικάτα, ακόμα και μέσα από την Εκκλησία. Γύρω από τα πολιτικά κόμματα οργανώνεται μια πλειάδα κινημάτων με τα πιο απίθανα ονόματα και τις πιο εκκεντρικές ενασχολήσεις: «Μητέρες καμπίλ για την ειρήνη», «Ποδοσφαιρικοί οπαδοί καμπίλ» κ.ά. Το σύνολό τους υπολογίζεται στις 500 χιλιάδες αλλά τα επίσημα στοιχεία της αποστολής του ΟΗΕ για τη σταθεροποίηση στη ΛΔΚ (Monusco) -η διάδοχος της Monuc- κάνουν λόγο για τρεις χιλιάδες τέτοιες οργανώσεις.
Πηγή: “Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία“